Ελλιπής απολογισμός δράσης | Ένας χρόνος από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα

sfyrodrepano

 

     Αυτά τα επετειακά σημειώματα έχουν κατά βάθος συχνά μελαγχολικό χαρακτήρα, όχι μόνο γιατί αναφέρονται σε ένα θλιβερό γεγονός, όσο γιατί επιχειρούν έναν ελλιπή απολογισμό δράσης για το διάστημα που μεσολάβησε ή μάλλον, για την ακρίβεια, έναν απολογισμό ελλιπούς δράσης. Και είναι τέτοια, δηλ ελλιπής, η δράση μας, όσο δεν εξαλείφει στη ρίζα τους τα αίτια της δολοφονίας του φύσσα και τους δράστες της –όχι ατομικά ως πρόσωπα, ούτε βιολογικά προφανώς, αλλά με πολιτικούς όρους. Όσο δεν χτυπά δηλ το αυγό του ναζιστικού φιδιού και το σύστημα που το εκκολάπτει.

     Εκτός κι αν πάρουμε την αρχική εκδοχή στην οποία είχε καταλήξει εγκαίρως ο σκάι, το επόμενο πρωί, ότι δηλ ήταν ένα άτυχο περιστατικό πάνω σε ποδοσφαιρικό καβγά, και το αποδώσουμε στην κακιά στιγμή. Οπότε ευτυχώς που φέτος ο ολυμπιακός (με το δόγμα «no politica» που πρεσβεύουν θεωρητικά οι οργανωμένοι οπαδοί του) ξεκίνησε καλά στο τσου λου φέτος και δε θρηνήσαμε πάλι θύματα.

     Ο φύσσας ζει και θα παραμείνει ζωντανός μέσα από όσους τιμούν τη μνήμη του κι αγωνίζονται. Αλλά θα πεθαίνει ξανά και ξανά, κάθε μέρα που οι φασίστες αλωνίζουν ανενόχλητοι, κερδίζουν έδαφος, ρίχνουν το δηλητήριό τους σε λαϊκές και νεανικές συνειδήσεις. Η φετινή επέτειος προσφέρεται λοιπόν μεταξύ άλλων για να μετρήσουμε τα βήματα που έχει κάνει η δική μας πλευρά και να τα συγκρίνουμε με αυτά που μέτρησε αντίστοιχα ο αντίπαλος στο ίδιο διάστημα.

     Για τη δική μας πλευρά είναι καταρχάς μείζον ζήτημα κατά πόσο η οργή και η αγανάκτηση των πρώτων ημερών –που υποχρέωσε τα ναζιστικά φίδια να λουφάξουν στα αυγά τους και να παραμείνουν υπό υψηλή προστασία- μεταφράστηκε έμπρακτα σε οργανωμένη υλική δύναμη, χωρίς να ξεθυμάνει, κατά πόσο απέκτησε δηλ μόνιμα χαρακτηριστικά και πέτυχε να απομονώσει τους χρυσαυγίτες στις γειτονιές ή στη ζώνη του περάματος ειδικά –όπου είχαν νιώσει αρκετά δυνατοί, για να αποτολμήσουν μια θρασύδειλη επίθεση κατά των δυνάμεων του παμε.
Είναι ζήτημα δηλ κατά πόσο έχει προχωρήσει στην πράξη αυτό που έβαζε πέρσι τέτοιο καιρό η ανακοίνωση του κόμματος για τη δολοφονία του 34χρονου στο κερατσίνι:
Ο λαός κι η νεολαία έχουν τη δύναμη να σταματήσουν τη δολοφονική δράση των ναζιστών. Τα σωματεία των εργαζομένων, οι μαζικοί φορείς σε πόλεις και ύπαιθρο, οι λαϊκές επιτροπές μπορούν να απομονώσουν τους θρασύδειλους δολοφόνους της ΧΑ και να προστατεύσουν το λαό από το δηλητήριο και τη δράση τους. Να δυναμώσουν τη λαϊκή συμμαχία για να μπει τέρμα στη δράση των ναζί και του συστήματος που τους θρέφει.

     Δεν είναι στις προθέσεις μου ούτε στις δυνατότητές μου να κάνω αυτόν τον απολογισμό. Θα σημείωνα μόνο ότι είναι ζητούμενο προς ανάκτηση ή και περαιτέρω ανάπτυξη ο παλιός τρόπος δουλειάς που είχαν ή έχουν ακόμα ως ένα βαθμό κατακτημένο οι κομμουνιστές: ανάλυση της κατάστασης, του συσχετισμού δύναμης, των στόχων που βάζουμε, των πρακτικών μέτρων που απαιτούνται για να επιτευχθούν. Με άλλα λόγια να καταρτίσουμε ένα σχέδιο, να το ακολουθήσουμε πιστά, να αποτιμήσουμε κριτικά τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία που προέκυψαν για την εφαρμογή του, να το αναπροσαρμόσουμε κατάλληλα στις συνθήκες που αλλάζουν συνεχώς, στα αποτελέσματα που (δεν) πετυχαίνουμε, κτλ.

     Ο αντίπαλος από την άλλη πλευρά έχει να επιδείξει πρωτοβουλία κινήσεων και μια σειρά σχεδίων, που μπορεί επιφανειακά να μοιάζουν αντιφατικά κι αντικρουόμενα, αλλά στην ουσία λειτουργούν συμπληρωματικά το ένα προς το άλλο.
Φρόντισε καταρχάς να αποχρωματίσει όσο μπορούσε τη δολοφονία, με όχημα την (πολύ λογική μέχρι ενός σημείου) απογοήτευση των χαροκαμένων γονιών (που επεκτεινόταν συλλήβδην στην πολιτική) και το σταύρο θεοδωράκη ως βαποράκι της, σε μία από τις τελευταίες τηλεοπτικές εκδουλεύσεις του προς το σύστημα, προτού αλλάξει πόστο και αρχίσει να το υπηρετεί ως εκπρόσωπος της λάιφ-στάιλ πολιτικής σκηνής. Ας κρατήσουμε, στο ίδιο μήκος κύματος, και τη φετινή έκκληση της μητέρας του φύσσα να μην πάρουν πολιτικό χρώμα οι εκδηλώσεις στη μνήμη του γιου της, ενώ πρόκειται για μια εξ ορισμού πολιτικά χρωματισμένη δολοφονία από χρυσαυγίτες φασίστες.

     Ο αντίπαλος έπαιξε το χαρτί του δημοκρατικού συνταγματικού τόξου και του επίσημου κρατικού αντιφασισμού, για να σκεπάσει την απλόχερη στήριξη-προστασία που πρόσφερε έμμεσα στους ναζί, και [να σκεπάσει] τον κρατικό φασισμό σε όλες του τις εκφάνσεις. Κούρεψε τα κεφάλια της χρυσαυγίτικης λερναίας ύδρας –για να φυτρώσουν περισσότερα στη θέση τους- και τα επεδείκνυε πανηγυρικά στο τηλεοπτικό κοινό, ως πιστοποιητικά του ακλόνητου αντίφα φρονήματος που τον διέπει. Κρατά παγωμένη την εκδίκαση της υπόθεσης μέχρι να ξεχαστεί, και σε εφεδρεία τον εκτελεστικό βραχίονα της χρυσής αυγής, που μπορεί να του φανεί χρήσιμος στο άμεσο μέλλον. Φλερτάρει κρυφά με την ιδέα του μπάμπη για μια αποκαθαρμένη χρυσή αυγή σε ρόλο δυνητικού κυβερνητικού εταίρου και με την πολιτική λογική του μπαλτάκου, αλλά προς το παρόν παραμένει πιστός στην επίσημη σύζυγο και το γάμο του με τη (νέα) δημοκρατία. Ενώ απορεί και εξίσταται για τα σχεδόν διψήφια ευρωεκλογικά ποσοστά της χρυσής αυγής, με περισσή υποκρισία –που είναι άλλωστε το κατεξοχήν χαρακτηριστικό γνώρισμα του αστικού κόσμου.

     Μια υποκρισία που αποτυπωνόταν κάποτε σε μια φράση του ανδρέα {«είπαμε να κάνει ένα δωράκι στον εαυτό του, αλλά όχι και πεντακόσια εκατομμύρια»} ενώ σήμερα συμπυκνώνεται στην πρώτη αυθόρμητη αντίδραση μιας αστυνομικού, αν θυμάμαι καλά, που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος και τα μμε την παρουσίασαν περίπου ως ηρωίδα, γιατί είπε κάτι σαν: «εντάξει είπαμε, αλλά όχι και να τον σκοτώσετε». Η μορφή αλλάζει, η κλίμακα είναι σαφώς διαφορετική, αλλά η βάση παραμένει η ίδια, με μικρές ποσοτικές-ποιοτικές διαβαθμίσεις.

     Εν κατακλείδι, η βασική πηγή δύναμης της φασιστικής απειλής δεν απορρέει ειδικά από την χρυσή αυγή, αλλά από την αστική πολιτική σκηνή ως σύνολο –όπως δηλ και στο προηγούμενο ιστορικό αντίστοιχο, της δικτατορίας του μεταξά ή και της χούντας ακόμα. Κι ο αντίπαλος προς το παρόν διαθέτει σημαντικό πλεονέκτημα, πρωτοβουλία κινήσεων και εναλλακτικές επιλογές για την προώθηση του στρατηγικού του σχεδιασμού.

     Πέρα από τις διαπιστώσεις, χρειάζεται βέβαια και μια διέξοδος από το πρόβλημα, που δεν μπορεί όμως να έρθει θεωρητικά, όπως η λύση μιας εξίσωσης, αλλά πάντα και μόνο στο πεδίο της πράξης. Για να μην έχουμε και του χρόνου, τέτοια μέρα, το θλιβερό καθήκον ενός απολογισμού μιας ελλιπούς δράσης και μιας μάχης που δίνεται για την τιμή των όπλων, χωρίς άμεση προοπτική να κερδηθεί.

 από: Σφυροδρέπανο.

.

Σημειώσεις για την Ουκρανία

sfyrodrepano

Δε θεωρώ απαραίτητο να εισηγείται κανείς κάθε φορά επί παντός επιστητού ως ειδικός, πόσο μάλλον αν δεν έχει κάτι ουσιαστικό και πρωτότυπο να προσθέσει σε όσα έχουν ήδη γραφτεί κι ειπωθεί. Κατά συνέπεια, δε θεώρησα σκόπιμο να ανεβάσω κάτι για τις δραματικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών στην ουκρανία, όχι προφανώς γιατί δε με απασχολούν αλλά γιατί δεν κατέχω επαρκώς το ζήτημα για να κάνω μια ουσιαστική ανάλυση ή κάποιο σημαντικό σχόλιο. Όσα ακολουθούν λοιπόν είναι απλές σημειώσεις εν είδει προσωπικού ημερολογίου και εν μέρει δεν αποτελούν πρωτότυπες σκέψεις, αλλά στοιχεία κι επισημάνσεις που αλίευσα σε άλλες γωνιές του διαδικτύου. Αν εμπλουτιστούν βέβαια από τις παρατηρήσεις των σφων αναγνωστών, τόσο το καλύτερο.

 Η λύση που φαίνεται να προωθείται στην ουκρανία και φαντάζει σαν έσχατη διέξοδος απ’ το κουβάρι των αντιθέσεων είναι μια μορφή διάσπασής της μεταξύ του δυτικού «φιλοευρωπαϊκού» τμήματος της χώρας και του νοτιο-ανατολικού κομματιού με την έντονη παρουσία ρωσόφωνου πληθυσμού και μια ομοσπονδιοποίησή της, περίπου στα πρότυπα του κυπριακού· σε μια παράξενη συγκυρία, με έντονη σημειολογία αλλά καθόλου συγκυριακό, συμπτωματικό χαρακτήρα, όπου το κυπριακό ανακινείται εκ νέου με τη μετεξέλιξη κι ουσιαστική επαναφορά του σχεδίου ανάν μέχρι να υποκύψουν οι κουμπάροι στα εκβιαστικά διλήμματα και να συναινέσουν στην ‘επίλυση’ που τους προσφέρουν. Όπως ακριβώς δηλ με τα διάφορα επαναλαμβανόμενα ευρωδημοψηφίσματα, μέχρι να βγει στην κάλπη το επιθυμητό αποτέλεσμα.

 Οι εξελίξεις είναι ιδιαίτερα αντιφατικές. Οι αντικυβερνητικοί διαδηλωτές συγκεντρώνονται στην πλατεία της ανεξαρτησίας, αλλά παραμένουν εγκλωβισμένοι στη λογική της επιλογής του καλύτερου ιμπεριαλιστή. Οι ουκρανοί φασίστες απορρίπτουν τον ‘ευρωσκεπτικισμό’ τον ευρωπαίων ομοϊδεατών τους, εκφράζοντας ένα μαχητικό ‘ρωσοσκεπτισκισμό’ και το ευρωπαϊκό όραμα, χωρίς φτιασιδώματα. Οι εθνικές αντιθέσεις διαδραματίζουν κυρίαρχο ρόλο σε μια χώρα, που δεν έχει ανεπτυγμένη εθνική ταυτότητα-συνείδηση και πλούσια ιστορία σαν αυτόνομο κράτος. Και το εθνικιστικό αφιόνι που στη βοσνία πάσχιζε να καλύψει τεχνητά το εκρηκτικό κοινωνικό τοπίο, ερμηνεύοντας όλες τις εξελίξεις υπό αυτό το πρίσμα. Εδώ αγκαλιάζει «αυθόρμητα» τις μάζες και συμπυκνώνει συμβολικά στο δίπολο δύση-ρωσία βασικές κοινωνικές αντιθέσεις. Το πρόβλημα φυσικά δεν είναι τα διλήμματα που βάζει επιτακτικά η ίδια ζωή, αλλά να διαβάσουμε σωστά τη συγκυρία, τον χαρακτήρα της εποχής και τη βασική της αντίθεση για να απαντήσουμε στα σωστά ερωτήματα, να μην παγιδευτούμε σε εκβιαστικά ψευδοδιλήμματα.

 Η αλήθεια αγαπάει να κρύβεται (κρύπτεσθαι φιλεί) όπως έλεγαν στην αρχαία ελλάδα και δε βρίσκεται πάντα στα επιφαινόμενα και τη μορφή με την οποία εκδηλώνονται κάποιες αντικειμενικές τάσεις. Το ουκρανικό κκ πχ είναι μάλλον ενταγμένο στο φιλορωσικό μπλοκ, χωρίς να έχει δώσει, ως όφειλε, μια πραγματική εναλλακτική στο λαό. Ακόμα και τα δύο αντίμαχα στρατόπεδα όμως παρουσιάζουν αρκετές αντινομίες με την εικόνα που περνάει προς τα έξω. Ο φιλορώσος πρόεδρος γιανουκόβιτς δε διέκοψε οριστικά τις διαπραγματεύσεις για τη διαδικασία σύνδεσης της χώρας με την εε, ούτε έχει πετύχει μια καλύτερη, προνομιακή τιμή από τους ρώσους, πχ για το φυσικό αέριο. Οι αμερικάνοι από την άλλη φροντίζουν για την επάνοδο του γιουτσένκο, του αντιπολιτευόμενου ηγέτη της αρεσκείας τους, χωρίς να δίνουν δεκάρα για την «ευρωπαϊκή προοπτική» της ουκρανίας –όπως προκύπτει κι από διπλωματικές διαρροές, που δε διαψεύστηκαν επί της ουσίας.

 Ο ιμπεριαλισμός δείχνει θαυμαστή τακτική ευελιξία και δεν έχει κανένα ιδεολογικό πρόβλημα να συνεργαστεί με ανοιχτά ναζιστικές οργανώσεις, όσο του είναι χρήσιμες. Εξάλλου διαθέτει πλούσια πείρα αντίστοιχων συνεργασιών, με δικτάτορες, μπανανοκράτορες και μουτζαχεντίν, προτού κηρύξει δημοκρατική σταυροφορία εναντίον τους –όταν πάψουν να εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους. Την ίδια θαυμαστή ελαστικότητα παρουσιάζουν και τα κριτήρια του αστικού τύπου-τηλεόρασης, που εκθειάζουν τη δράση των διαδηλωτών, χωρίς να θυμηθούν το «ιερό κι απαραβίαστο» μονοπώλιο του κράτους στην χρήση βίας.

 Η σημερινή εικόνα παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με την «αντεπανάσταση από τα κάτω» της διετίας 89-91’ στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, που ενθουσίαζε ανέκαθεν το αλάνθαστο πολιτικό αντι-ιμπεριαλιστικό κριτήριο των δεξιών αριστεριστών. Η κίνηση των μαζών είναι το παν, ο τελικός τους σκοπός δεν είναι τίποτα, θα βρεθεί στην πορεία των πραγμάτων και της συνειδητοποίησης του κόσμου. Το πιο εντυπωσιακό είναι πως η λαϊκή βάση του «φιλοευρωπαϊκού μπλοκ» πορεύεται με τις ίδιες ακριβώς αυταπάτες για τον παράδεισο του δυτικού κόσμου, που είχαν αυτοί οι πληθυσμοί πριν από είκοσι χρόνια. Έκτοτε όμως έχουν μεσολαβήσει πολλά και η βιτρίνα της ανεπτυγμένης δύσης έχει αποδειχτεί εξαιρετικά εύθραυστη, για να πλασάρεται ως πρότυπο.

 Το γκρέμισμα του αγάλματος του λένιν στο κίεβο ήταν ένα ορόσημο για την ουσία των αντιδράσεων και την εξέλιξη των διαδηλώσεων. Όποιος ομνύει στο λένιν και το σφυροδρέπανο δεν είναι απαραίτητα κομμουνιστής, γιατί τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, όπως φαίνεται ίσως και στην περίπτωση του ουκραινικού κκ. Όποιος όμως καταδιώκει και καταστρέφει τα κομμουνιστικά σύμβολα, δεν είναι απλά κι αόριστα «αντιρώσος», είναι αντικομμουνιστής. Κι όπου ευδοκιμεί ο αντικομμουνισμός, ο φασισμός είναι το λογικό παρεπόμενο.

 Σήμερα τα δόντια της δημοκρατικής εε κάνουν ακόμα πιο αισθητή την χρεοκοπία των ευρωπαϊκών οραμάτων. Κι η ιμπεριαλιστική διελκυστίνδα με τις ηπα και τη ρωσία, τονίζει την απουσία της εσσδ στο διεθνές προσκήνιο. Αν σήμερα παρακολουθούμε με μια δόση αμηχανίας τις εξελίξεις, δεν είναι επειδή πάλιωσαν οι αναλύσεις μας για τον ιμπεριαλισμό και τα μεθοδολογικά μας εργαλεία· ούτε (μόνο) επειδή βιώνουμε από πρώτο χέρι τις συνέπειες της ένταξης της ελλάδας στη λυκοσυμμαχία κι απορούμε με τον ουκρανικό λαό που θέλει να μπει στη στρούγκα· αλλά ακριβώς εξαιτίας αυτής της απουσίας, που αφήνει έρμαιο τους λαούς στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς να παλεύει και να αντιδρά κάτω από ξένες (πρωτίστως με την ταξική έννοια) σημαίες.

 

Από το: Σφυροδρέπανο

.

 

Δυο μέρες μόνο (στα Χανιά)

από το σφυροδρέπανο ( @sfyrodrepano )

Τι προλαβαίνει να ζήσει κανείς σε ένα πσκ –όπως λένε οι φαντάροι τη 48ωρη άδεια στο στρατό; Πόσο γεμάτο μπορεί να είναι το πρόγραμμα δυο ημερών και τι όγκο πληροφοριών, γεγονότων, προσώπων κι αναμνήσεων μπορεί να χωρέσει το μυαλό ενός νέου συντρόφου; Το διήμερο της οργάνωσης έρχεται να δώσει απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα και να δοκιμάσει την πίστη κάθε συντρόφου, λειτουργώντας κάπως σαν ψυχοτρόπο φάρμακο στη διάθεσή του. Αν κάποιος έχει πχ υψηλό φρόνημα και θετική προδιάθεση, το διήμερο προσφέρεται για σκληραγώγηση και το περαιτέρω ηθικό ατσάλωμά του. Αν είναι νέος κι ενθουσιώδης, επίσης. Αλλά αν είναι γκρινιάρης κι ιδιότροπος, για να μην πούμε λιπόψυχος, μπορεί να του κάμψει ανεπανόρθωτα το ηθικό και να του προσφέρει ανά πάσα στιγμή λόγους να λιποτακτήσει στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Είναι σε κάτι τέτοιες στιγμές που καλείσαι να το φιλοσοφήσεις και να απαντήσεις στα αρχέγονα ερωτήματα που προκύπτουν αυθόρμητα σε κάθε διήμερο: ποιο είναι πρώτο πράγμα που επιθυμείς να κάνεις, μόλις επιστρέψεις στη βάση σου; Και ποια ανάγκη ιεραρχείς ως πιο σημαντική; Το μαμ –κάτι διαφορετικό, πέρα από σουβλάκια; Το νάνι –σε ένα μαλακό, καθαρό στρώμα; Τα κακά –στη λεκάνη μιας τουαλέτας που δεν είναι ούτε χημική, ούτε φυσική κι αυτοσχέδια, ούτε τούρκικη αλλά κανονική; Ένα ζεστό μπάνιο με αφρό, μπουρμπουλήθρες κι ένα χάρτινο καραβάκι για να παίζεις; Ή μήπως μια γρήγορη πρόσβαση –επιτέλους- στο δίκτυο; Ένα ερώτημα που δεν επιδέχεται μιας μόνο λύσης και η απάντηση του καθενός καθορίζει τις προτεραιότητες και τις αξίες του στη ζωή.

Οι οποίες δεν αρκούν όμως για να επισκιάσουν τα ανώτερα πολιτικά ιδανικά και την ακλόνητη πίστη στο στρατηγικό μας στόχο –μολονότι αυτός καθίσταται ενίοτε δυσδιάκριτος, στα διάφορα στάδια διαμεσολάβησής του. Πχ όταν λιώνεις με τις ώρες στον ήλιο, περιμένοντας κάτι απροσδιόριστο και ασαφές, και νιώθεις λίγο σαν τον οβελίξ, που μπαίνει αγόγγυστα στη μάχη, αλλά ζητάει εξηγήσεις απ’ τον αστερίξ, να του πει μετά, όταν τελειώσουν, για ποιο λόγο πολεμάμε, γιατί είναι πάντα ωραίο να ξέρεις γιατί αγωνίζεσαι. Με τη διαφορά βέβαια πως ο οβελίξ είχε πέσει όταν ήταν μικρό στην χύτρα με το μαγικό φίλτρο, ενώ εμείς όχι. Αλλά οι απαιτήσεις του αγώνα είναι τέτοιες που σχεδόν το προϋποθέτουν, για να τα βγάλουμε πέρα, και ο σφος καλείται να αντλήσει το μαγικό ζωμό του από τη δύναμη των ιδανικών για τα οποία παλεύουμε. Αυτά είναι τα δικά μας μαντζούνια και ο κάρολος είναι ο δικός μας γερο-σοφός, ο δικός μας πανοραμίξ, με πανοραμική εποπτεία και θεώρηση στο κοινωνικό προτσές, χωρίς ωστόσο να δίνει έτοιμες συνταγές για την κοινωνία του μέλλοντος στους πολιτικούς του τσελεμεντέδες.

Συνέχεια

Την αριστερά πολλοί αστοί αγάπησαν, τους κομμουνιστές ουδείς.

Επτά σε παίρνει αριστερά.

Η αριστερά ως όρος που υποδηλώνει τον προοδευτικό, πολιτικό χώρο καθιερώθηκε επί γαλλικής επανάστασης, από τον τρόπο που κάθισαν και μοιράστηκαν στα έδρανα της εθνοσυνέλευσης οι πολιτικές δυνάμεις της εποχής. Μια ομαδοποίηση που έχει μείνει ως τις μέρες μας: από την ελληνική βουλή – όπου το κκε κάθεται αριστερά όπως μας δείχνει η κάμερα- μέχρι τα φοιτητικά αμφιθέατρα, όπου έρχεται ενίοτε κανείς ανυποψίαστος πρωτοετής και στιγματίζεται άθελα του, ή βρίσκεται ανάμεσα σε νεκρές ζώνες και διασταυρούμενα πυρά, προσπαθώντας να καταλάβει τι γίνεται.

Ούτω πως προκύπτει ένα διαχρονικό παιδικό ερώτημα που ωστόσο δεν έχει βρει ακόμα απάντηση. Εννοούμε αριστερά όπως τους βλέπουμε εμείς ή όπως κάθονται αυτοί; Κι ο συριζα τι είδους αριστερά είναι; Όπως μπαίνουμε ή όπως βγαίνουμε από την εε και το ευρώ; Και γιατί έχει τόσες αντιφάσεις (από τη σκοπιά της τυπικής λογικής) και λέει ο καθένας τα δικά του, ώστε να μην ξέρει τελικά η αριστερά τι ποιεί η δεξιά συνιστώσα;

Φταίει κι εκείνο το προεκλογικό σποτάκι επί κωνσταντόπουλου, με σλόγκαν «η καρδιά χτυπά αριστερά», ενώ το μισό τους δυναμικό έκλινε επί-δέξια και ταλαντευόταν, προκαλώντας καρδιακές αρρυθμίες. Έψαχναν λοιπόν τον πολιτικό της χτύπο και τον ξανάβρισκαν στην κούλουρη, όπου πήγαινε η ψυχή τους μέχρι να μπουν οριακά στη βουλή και να ανασάνουν με ανακούφιση. Γι΄αυτό πήραν το βηματοδότη της ρίζας να τους υποστηρίζει και έφτιαξαν το συριζα. Και τώρα που κάποιοι ονειρεύονται μια αριστερή κυβέρνηση που να απειλεί με εμφράγματα το ευρώ και την εε, το πράγμα γίνεται φαιδρό και αρχίζει να θυμίζει κωμωδία του σακελλάριου: χτυποκάρδια στις βρυξέλλες.

Θα μου πεις βέβαια ότι δε μιλάμε για τη γιαλαντζί αριστερά του σαλονιού, και θα συμφωνήσω. Ο χαρίλαος πάντως είχε βάλει και τη διαλεκτική πτυχή του πράγματος με το απόφθεγμα: αριστερά της αριστεράς βρίσκεται η δεξιά. Μια λογική που για κάποιο λόγο εξοργίζει πάντα τον κομμάντο – που από τότε που έγινε προλετάριος, σνομπάρει τα παλιά του λημέρια. Και την οποία είχε χρησιμοποιήσει έμμεσα και το πασοκ του ανδρέα, για να υφαρπάξει αντιδεξιές ψήφους, ώστε να μην επιστρέψει ο μπαμπούλας της δεξιάς.

Το πιο εντυπωσιακό σε όλα αυτά είναι η μεταστροφή που παρατηρείται. Ενώ παλιότερα στρίμωχναν τους αριστερούς να υπογράψουν δηλώσεις για να πάρουν πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, τώρα σπεύδουν όλοι να δηλώσουν αριστεροί – με το δικό τους τρόπο- για να πάρουν πιστοποιητικά προοδευτικότητας και αντιμνημονιακών φρονημάτων, και να τα εξαργυρώσουν στην πολιτική αγορά.

Ταυτόχρονα πίεζαν επί μακρόν και επανειλημμένα τους κομμουνιστές να δηλώνουν γενικά αριστεροί και να πάψουν να αυτοπροσδιορίζονται, να δρουν και να οργανώνονται ως κομμουνιστές. Είτε με το μαστίγιο της απαγόρευσης, όταν το κκε τέθηκε εκτός νόμου, είτε με το «γλυκό βόλεμα» της νομιμότητας και το ιδεολόγημα της προσαρμογής στις σύγχρονες εξελίξεις, δια της μετάλλαξης.

Την αριστερά πολλοί αστοί αγάπησαν, τους κομμουνιστές ουδείς. Ή όπως έλεγε η αλέκα στο ξέσπασμα στη δημοσιογραφική ζούγκλα του μάκη (σε μια από τις καλύτερες τηλεοπτικές εμφανίσεις της) τους τιμάνε μόνο νεκρούς και ακίνδυνους – ή πρώην- με τους ζωντανούς έχουν πρόβλημα. Ή όπως είχε πει ο βλαδίμηρος με αφορμή τον κάρολο: οι αστοί ντύνουν μετά θάνατον τους μεγάλους επαναστάτες με φωτοστέφανο για να τους «αφυδατώσουν» από κάθε ζωντανό, επαναστατικό περιεχόμενο και να (τους) καταντήσουν μια καρικατούρα ακίνδυνη για το σύστημα.

Όπως γίνεται και σήμερα εν πολλοίς με το μαρξ (που ξανάγινε μόδα τώρα με την κρίση) ή και τον ίδιο το βλαδίμηρο, με την επίκληση μιας ντούρας, λενινιστικής τακτικής που οδηγεί ευέλικτα στην εναλλακτική ενσωμάτωση στο σύστημα. Αν και κατά βάση οι μπολσεβίκοι παρουσιάζονταν πάντα με το μαχαίρι στο στόμα και τα κέρα του διαβόλου, παρά ως άγγελοι με τη ρομφαία και φωτοστέφανο. Γιατί κανείς ενσυνείδητος αστός δε συγχωρεί στο λένιν το χουνέρι του οκτώβρη ούτε στο στάλιν τη νίκη του επί του χίτλερ και το τσάκισμα του φασισμού.

Με τα πολλά λοιπόν, η έννοια της αριστεράς ξεχείλωσε και έγινε χυλός, φτάνοντας να καλύπτει οτιδήποτε βρισκόταν πιο αριστερά από τη νδ (με όρους πολιτικής γεωγραφίας). Ενώ σήμερα, που το στείρο δίλημμα της μεταπολίτευσης «δεξιά- αντιδεξιά» έχει αντικατασταθεί από το εξίσου απατηλό «μνημόνιο- αντιμνημόνιο», η έννοια έχει αρχίσει να περιλαμβάνει οτιδήποτε κινείται πέραν του πασοκ, ακόμα και ντούρους πασόκους, βασιλικότερους του βενιζέλου, που έμειναν προσωρινά πολιτικά άστεγοι.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, ο όρος περιλαμβάνει διασπάσεις δεύτερης και τρίτης γενιάς, κάθε μακρινό «συγγενή» του κόμματος που προήλθε κάποτε από τα σπλάχνα του, αλλά τείνει να αποκτήσει εξ αγχιστείας σχέση μαζί του. Κι έκτοτε επιζητά ένα είδος φροϋδικής εκδίκησης από το κόμμα, για να απολυτρωθεί από τα σύνδρομα κατωτερότητας και ετεροπροσδιορισμού – σε μια διαλεκτική αντιστροφή της σχέσης του κρόνου με τα παιδιά του.

Αυτό που μένει στην κοινή γνώμη ως συνισταμένη, μοιάζει με εκείνες τις απλοϊκές γραφικές παραστάσεις, που απευθύνονται σε δισδιάστατες συνειδήσεις και κυκλοφορούν ευρέως στο διαδίκτυο για να σε «βοηθήσουν» να βρεις τι να ψηφίσεις. Όπου το κόμμα κατατάσσεται στο κάτω άκρο του ολοκληρωτισμού μαζί με το φασισμό (η γνωστή θεωρία της ταύτισης των δύο άκρων). Βλέπε σχετικά και μια παλιότερη ανάρτηση του οικοδόμου, με τον εύγλωττο τίτλο: λες να είμαι συριζα και να μην το ξέρω;

Μια άλλη συχνή παραλλαγή, βάσει των ερωτημάτων που διαμορφώνουν τα γραφικά σχήματα και την «κοινή γνώμη», είναι αυτή που θέλει τους αριστερούς, οπαδούς του κρατισμού, συνυπεύθυνους για τα χάλια του δημοσίου και το πελατειακό κράτος, ενώ θεωρεί «κάργα αριστερό» την υψηλή φορολογία και το συντελεστή του 75% που υποσχέθηκε προεκλογικά ο ολάντ στη γαλλία. Χωρίς να σκεφτεί ότι αυτός ο συντελεστής αφορά μόνο ένα μέρος που υπερβαίνει ένα –ήδη- υψηλό όριο και όχι το σύνολο του ποσού. Ή ότι αφορά εισοδήματα κι όχι τα κέρδη των επιχειρήσεων και για να μην αναρωτηθεί καν γιατί δεν καταργούμε το ιδιωτικό κέρδος καθαυτό και να το κάνουμε λαϊκή περιουσία, αντί να το φορολογούμε απλώς για να πάρουμε πίσω μόνο ένα μέρος της κλεμμένης υπεραξίας. Να μη σκεφτεί δηλαδή ταξικά αλλά με γεωγραφικούς όρους, χωρίς ταξικό προσανατολισμό (δεξιά- αριστερά, ανατολικό- δυτικό μπλοκ κλπ).

Αν όλα αυτά λοιπόν αντιστοιχούν στη μέση εικόνα για την αριστερά, οφείλουμε να αναφωνήσουμε ότι εμείς δεν είμαστε «αριστεροί». Με τον ίδιο περίπου τρόπο που στην εποχή του ο μαρξ είχε πει την περίφημη φράση: (αν όλα αυτά είναι μαρξισμός τότε) εγώ δεν είμαι μαρξιστής. Και με τον ίδιο τρόπο που στην εποχή τους οι μπολσεβίκοι μετονομάστηκαν από σοσιαλδημοκρατικό κόμμα σε κομμουνιστικό, για να διαχωριστούν από τη χρεωκοπία της δεύτερης διεθνούς – πριν φτιάξουν την κομιντερν. Αλλά σε πλήρη αντίθεση με τους «γενικά αριστερούς», που αρχικά έβαλαν διάφορα συνθετικά στον (ευρω)κομμουνισμό τους, πριν τον αποβάλλουν και τους μείνει το ευρώ και η ευρωλαγνεία. Το 89 άλλαξαν και τυπικά το όνομά τους για να μην έχουν καμία σχέση με τον κομμουνισμό ανακαλύπτοντας τη μεγάλη αγκαλιά της σοσιαλδημοκρατίας. Κι έκτοτε προτιμούν να βάζουν εισαγωγικά στον υπαρκτό σοσιαλισμό, αντί στον όρο – λάστιχο- της αριστεράς. Την οποία επιμένουν να υπολογίζουν ως ένα ενιαίο άθροισμα και να πλάθουν με το μυαλό τους κουλουράκια και φιλολαϊκά σενάρια για τα ποσοστά της παναριστεράς και το πόσο διαφορετικά θα μπορούσαν να είναι τα πράγματα σήμερα.

Δεν μπορούμε όμως να προσθέτουμε μήλα με πορτοκάλια, πόσο μάλλον καρπούς και φρούτα μαζί με τις φλούδες που έχουν μόνο το περιτύλιγμα και ξεγελάνε το λαό που πατά την μπανανόφλουδα. Ακόμα κι αν υποθέταμε όμως ότι ήμασταν ίδια φρούτα, αρκεί να θυμηθούμε την ιστορία με το καφάσι και το ένα σάπιο ροδάκινο που χάλασε και τα υπόλοιπα, για τη συνήθη κατάληξη τέτοιων ιστοριών.

Αυτό σημαίνει ότι δεν είμαστε αριστεροί;

Όχι σύντροφοι. Δε σημαίνει κάτι τέτοιο.

Σημαίνει όμως ότι δε μας ενδιαφέρει να είμαστε η αριστερή πτέρυγα του αστικού πολιτικού συστήματος ή ειδικά της σοσιαλδημοκρατίας, ούτε να δώσουμε αριστερό άλλοθι στη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης.

Σημαίνει επίσης ότι δε σνομπάρουμε καθόλου τον κόσμο που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός αλλά είμαστε καχύποπτοι απέναντι σε πολιτικούς χώρους που δηλώνουν – γενικά κι αόριστα- αριστεροί, για να κρύψουν πίσω από την αριστερή τους ταυτότητα τον σοσιαλδημοκρατικό τους χαρακτήρα.

Σημαίνει ότι πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τον όρο απ’ τη ρεφορμιστική σκουριά των μεταλλαγμένων «αριστερών» κομμάτων που τον κατέληξαν λάστιχο και τον δυσφήμησαν.

Σημαίνει τέλος ότι ο αριστερός σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι κομμουνιστής.

Γιατί η αριστερά (πρέπει να) επιδιώκει την αλλαγή του κοινωνικού συστήματος.

Κι ο σοσιαλισμός δεν είναι ένας αφηρημένος κοινωνισμός με «υγιή επιχειρηματικότητα» αλλά τσάκισμα της αστικής τάξης και κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής.

Η αριστερά λοιπόν σήμερα ή θα είναι κομμουνιστική ή δε θα μπορεί να υπάρξει, παρά μόνο ως συμπλήρωμα του συστήματος.

http://sfyrodrepano.blogspot.com/2012/05/blog-post_13.html

.